Η ομοιόμορφη διανομή της θερμότητας σε ένα δωμάτιο, δεν έχει την ίδια έννοια με την ομοιόμορφη διανομή σε ολόκληρο το διαμέρισμα. Μέσα σε ένα δωμάτιο, θα έπρεπε να έχουμε την ίδια επιθυμητή θερμοκρασία σε όλα τα σημεία του. Πρέπει, δηλαδή, να μπορούμε να έχουμε την ίδια θερμοκρασία, τόσο κοντά στα θερμαντικά σώματα, όσο και κοντά στα παράθυρα (που είναι σχεδόν πάντα τα πιο κρύα σημεία), στο πάτωμα ή κοντά στην οροφή. Αν, τώρα, θέλουμε να έχουμε σωστή θέρμανση σε ολόκληρο το διαμέρισμα, θα πρέπει να μπορούμε να ρυθμίζουμε τη θερμοκρασία στον κάθε χώρο, ανάλογα με τη χρήση του, χωρίς βέβαια να έχουμε μεγάλες διαφορές με τούς γειτονικούς χώρους.
Το πρώτο πρόβλημα, μας υποχρεώνει να ξαναδούμε από την αρχή το σχεδιασμό της εγκατάστασης, ενώ οι μετατροπές που μπορεί να χρειαστούν, μπορεί να είναι προβληματικές, εκτός αν η θέρμανση γίνεται τοπικά με θερμάστρες. Οπωσδήποτε θα χρειαστεί, πάντως, να επέμβει ειδικός. Για να καταλάβουμε καλύτερα το πρόβλημα αυτό, είναι απαραίτητο να δώσουμε ένα παράδειγμα. Στην πάνω εικόνα στο αριστερό σχέδιο, το παράθυρο είναι το πιο κρύο στοιχείο μέσα στο δωμάτιο. Ο αέρας που έρχεται σε επαφή μαζί του, κρυώνει, γίνεται βαρύτερος και κινείται προς τα κάτω. Στον απέναντι τοίχο, δημιουργείται αντίθετη ροή στα ρεύματα του αέρα. Το καλοριφέρ (ή οποιαδήποτε άλλη πηγή θερμότητας) που ζεσταίνει τον γύρω αέρα, δημιουργεί ένα ανοδικό ρεύμα.
Έτσι, έχουμε ένα κυκλικό ρεύμα αέρα, όπως δείχνουν τα βέλη, με αποτέλεσμα να κάνει κρύο κοντά στο πάτωμα και ζέστη κοντά στη οροφή. Η διαφορά θερμοκρασίας ανάμεσα στο πάτωμα και στην οροφή μπορεί να φθάσει τους 10 με 14 βαθμούς, πράγμα που κάνει τη ζωή μας μέσα στο δωμάτιο κάθε άλλο παρά άνετη. Για να διορθώσουμε την κατάσταση αυτή, εκτός βέβαια από τη μετατόπιση του σώματος του καλοριφέρ, που χρειάζεται όμως αρκετά έξοδα, μπορούμε να μονώσουμε καλύτερα τους τοίχους, που είναι εκτεθειμένοι στο κρύο και το πάτωμα, να τοποθετήσουμε μια μικρή συμπληρωματική θερμάστρα κάτω από το παράθυρο και να ελαττώσουμε την ταχύτητα του ανοδικού ρεύματος που δημιουργεί το καλοριφέρ.Από το άλλο μέρος, για να έχουμε μια καλύτερη διανομή της θερμότητας σε ένα χώρο, πρέπει στη μελέτη να λάβουμε υπόψη μας τον κυβισμό, τη χρήση, τον προσανατολισμό ακόμα και τις ειδικές απαιτήσεις και συνθήκες για τις οποίες θα χρειαστούν και τα κατάλληλα σώματα. Αυτό βέβαια θεωρητικά, γιατί, εκτός από μερικούς χαρακτηριστικούς χώρους, όπως το χολ, η κουζίνα, οι χώροι υπηρεσίας και οι διάδρομοι, που θα χρησιμοποιηθούν σίγουρα για το σκοπό πού έχουν προβλεφθεί, η χρήση των υπολοίπων μπορεί να είναι πολύ διαφορετική.
Για να το καταλάβουμε καλύτερα, ας πάρουμε για παράδειγμα ένα διαμέρισμα με τρία κύρια δωμάτια, κουζίνα και χώρους υπηρεσίας. Ένα νέο ζευγάρι, χωρίς παιδιά, θα χρησιμοποιήσει το διαμέρισμα μάλλον ως εξής. Ένα υπνοδωμάτιο, ένα σαλόνι και μια τραπεζαρία ή ένα μικρό γραφείο. Μετά από λίγο καιρό όμως, με τη γέννηση των παιδιών, η ίδια αυτή οικογένεια θα αναγκαστεί να αλλάξει τη χρησιμοποίηση του κάθε χώρου. Για να έχει τότε ο κάθε χώρος την πιο κατάλληλη θερμοκρασία, ανάλογα με τη νέα του χρήση, θα πρέπει είτε να μεγαλώσουμε τις διαστάσεις που είχαν τα σώματα του καλοριφέρ, αν η θερμοκρασία δεν είναι αρκετή, ή να χαμηλώσουμε την ένταση της λειτουργίας του, όταν συμβαίνει το αντίστροφο.